ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΚΑΙ ΕΡΕΥΝΕΣΝΕΑ

Δοκιμασία ανοχής γλυκόζης: Τι είναι – Πώς γίνεται – Πότε πρέπει να γίνεται

Η δοκιμασία ανοχής γλυκόζης χρησιμοποιείται στους ενήλικες για τη διάγνωση του διαβήτη, του διαβήτη στην εγκυμοσύνη και της μεγαλακρίας.

Η από του στόματος δοκιμασία ανοχής στη γλυκόζη (Oral Glucose Tolerance Test – OGTT) είναι ιατρική διαγνωστική εξέταση κατά την οποία καταναλώνεται από τον ασθενή γλυκόζη και ακολούθως γίνονται τακτικές μετρήσεις γλυκόζης στο αίμα, ώστε να διαπιστωθεί ο ρυθμός με τον οποίον αυτή μεταβολίζεται από τον οργανισμό. Η εξέταση αυτή χρησιμοποιείται στους ενήλικες για τη διάγνωση του διαβήτη, του διαβήτη στην εγκυμοσύνη και της μεγαλακρίας (πάθηση των ενηλίκων που προκαλείται από υπερβολικά ποσά έκκρισης της αυξητικής ορμόνης), ενώ συχνά συμβάλλει στη διερεύνηση ύπαρξης αντίστασης στη δράση της ινσουλίνης ή αντιδραστικής υπογλυκαιμίας.

Πότε πρέπει να γίνεται

Η καμπύλη γλυκόζης πρέπει να γίνεται όταν υπάρχει αμφιβολία για τη διάγνωση του διαβήτη και σε άτομα που ενώ έχουν φυσιολογικό ζάχαρο, έχουν πολύ αυξημένο κίνδυνο να αναπτύξουν διαβήτη. Η καμπύλη γλυκόζης ή καλύτερα η Δοκιμασία Ανοχής Γλυκόζης πρέπει να γίνεται όταν οι τιμές της γλυκόζης νηστείας είναι πάνω από τα φυσιολογικά όρια (100 mg/dl) και κάτω από το όριο των (126 mg/dL) για το ολικό αίμα ή κάτω από το (144 mg/dL) για το τριχοειδικό αίμα, όπως έχει ορίσει η Αμερικανική Ένωση Διαβήτη – ADA (American Diabetes Association).

Πώς γίνεται 

Ο προσδιορισμός της γλυκόζης γίνεται με ενζυμική μέθοδο στο πλάσμα ή στον ορό. Τα δείγματα πρέπει να φυγοκεντρούνται μέσα σε 60 λεπτά, σε περίπτωση καθυστέρησης τα σωληνάρια πρέπει να τοποθετούνται σε πάγο. Η δοκιμασία δεν πρέπει να γίνεται όταν υπάρχει ενεργός λοίμωξη, πρόσφατη χειρουργική επέμβαση ή άλλη οξεία κατάσταση (οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου κ.α.). Σχετικά με τον τύπου 1 η συχνότητα είναι μικρή, η εμφάνισή του συνοδεύεται από πολύ έντονα συμπτώματα και γι’ αυτό η διάγνωσή του γίνεται γρήγορα μετά την έναρξή του. Παράγοντες κινδύνου για την εμφάνισή του είναι τόσο γενετικοί, όσο και περιβαλλοντικοί (ιοί, διατροφικά συστατικά κ.α). Είναι σφάλμα να γίνεται προσυμπτωματικός έλεγχος, π.χ. με τη μέτρηση ειδικών αντισωμάτων κ.ά., με σκοπό την πρώιμη διάγνωση.

Για τον τύπου 2 είναι επιτακτική η ανάγκη για την έγκαιρη διάγνωσή του. Αυτό γιατί ένα ποσοστό 30-50% των διαβητικών τύπου 2 δεν γνωρίζουν ότι έχουν διαβήτη. Ο αδιάγνωστος διαβήτης είναι μία επείγουσα κατάσταση, καθώς περίπου το 50% των διαβητικών τύπου 2 παρουσιάζουν πολύ σοβαρές επιπλοκές όταν τεθεί η διάγνωση.

Προετοιμασία ασθενούς

Ο ασθενής δεν θα πρέπει να περιορίζει την πρόσληψη υδατανθράκων (ζυμαρικά, δημητριακά, πατάτες, ρύζι, φρούτα κλπ), για τουλάχιστον 3 μέρες πριν τη δοκιμασία. Αντιθέτως, προτείνεται η κατανάλωση τουλάχιστον 200 gr υδατανθράκων την ημέρα (αντιστοιχούν σε 1 μερίδα δημητριακών στο πρωινό, 1 μερίδα ζυμαρικών στο μεσημεριανό, 3 φρούτα και 2 φέτες ψωμί). Η διαδικασία δεν θα πρέπει να γίνεται σε περίοδο ασθένειας καθώς μπορεί να επηρεαστούν τα αποτελέσματα. Η εξέταση γίνεται συνήθως πρωί και όχι απόγευμα (ο μεταβολισμός της γλυκόζης μπορεί να επηρεαστεί από τον κιρκάδιο ρυθμό) και ο εξεταζόμενος πρέπει να είναι νηστικός για 8 – 12 ώρες προ της λήψης της γλυκόζης (επιτρέπεται μόνο το νερό). Μετά τη χορήγηση της γλυκόζης ο ασθενής παραμένει καθιστός, χωρίς να καπνίσει και φυσικά χωρίς να φάει κάτι άλλο μέχρι να ολοκληρωθεί η εξέταση.

Διαδικασία

  • Πρo της χορήγησης γλυκόζης γίνεται μια αιμοληψία, που αντικατοπτρίζει τη γλυκόζη νηστείας (χρόνος 0′).
  • Στον ασθενή δίνονται 75 gr γλυκόζης διαλυμένα σε νερό. Το διάλυμα πρέπει να καταναλωθεί μέσα σε χρονικό διάστημα 5 λεπτών. Η γλυκόζη πρέπει να έχει διαλυθεί καλά και να μην μείνει υπόλειμμα στο ποτήρι μετά την κατανάλωση του διαλύματος. Χρήσιμο είναι να διαλύεται σε ζεστό νερό, ακολούθως όμως να προσφέρεται δροσερό στον ασθενή, ώστε να μην προκαλεί ναυτία. Αν ένας ενήλικας ζυγίζει λιγότερο από 43 kg, δίδεται μικρότερη δόση γλυκόζης (1,75 gr γλυκόζης/kg βάρους σώματος).
  • Γίνονται αιμοληψίες σε τακτά χρονικά διαστήματα, ανάλογα με το σκοπό για τον οποίο γίνεται η εξέταση.

Διάγνωση Σακχαρώδoυς Διαβήτη

Γίνεται αιμοληψία 2 ώρες (120′) μετά τη χορήγηση γλυκόζης.

Σάκχαρο (120′) > 200 mg/dl –> Σακχαρώδης διαβήτης
Σάκχαρο (120′) > 140 mg/dl αλλά < 200 mg/dl –> Προδιάθεση διαβήτη (διαταραχή ανοχής γλυκόζης)
Σάκχαρο (120′) < 140 mg/dl –> Φυσιολογική εξέταση

Διάγνωση Διαβήτη Κύησης

Γίνεται αιμοληψία στη 1 και 2 ώρες (60′ και 120′) μετά τη χορήγηση γλυκόζης.

Φυσιολογικές τιμές:

0′ –> 92 mg/dl
60′ –> 180 mg/dl
120′ –>153 mg/dl

Αν υπάρχει έστω και μία τιμή πάνω από τις ανωτέρω φυσιολογικές, γίνεται η διάγνωση του διαβήτη κύησης.

Διάγνωση μεγαλακρίας

Γίνεται αιμοληψία στη 1 και 2 ώρες (60′- 120′) μετά τη χορήγηση γλυκόζης. Φυσιολογικές τιμές: Πρέπει εντός διώρου η αυξητική ορμόνη (GH) να είναι < 1 ng/ml (< 0,3 ng/ml αν χρησιμοποιούνται μέθοδοι προσδιορισμού με μεγαλύτερη διακριτική ικανότητα – ανοσοχημειοφωταύγεια) (6).

Καμπύλη γλυκόζης κατά την κύηση

Η καμπύλη σακχάρου εκτελείται σε όλες τις εγκύους μεταξύ 24ης και 28ης εβδομάδας της κύησης, γιατί σε αυτή την περίοδο εμφανίζεται φυσιολογικά αντίσταση στην ινσουλίνη λόγω της κύησης. Επειδή ένα ποσοστό 15% των γυναικών που θα αναπτύξουν διαβήτη κύησης θα παρουσιάσουν σακχαρώδη διαβήτη τα επόμενα χρόνια, γι΄αυτό είναι σημαντικό να ελέγχονται όλες οι έγκυες γυναίκες, καταρχήν με τη δοκιμασία ανίχνευσης με 50 gr γλυκόζης και μετά αν αυτή αποβεί θετική με τη διενέργεια καμπύλης σακχάρου με 100 gr γλυκόζης και μέτρηση της γλυκόζης πλάσματος ανά ώρα, για τρεις ώρες. Οι φυσιολογικές τιμές είναι διαφορετικές από αυτές των υπόλοιπων ενηλίκων, δηλαδή θεωρούνται φυσιολογικές τιμές οι εξής :

Γλυκόζη νηστείας > 92 mg/dl
Γλυκόζη στη 1 ώρα > 180 mg/dl
Γλυκόζη στις 2 ώρες > 153 mg/dl
Γλυκόζη στις 3 ώρες > 140 mg/dl

Αν κατά τη διάρκεια της κύησης προσδιοριστεί γλυκόζη νηστείας > 125 mg/dl ή τυχαία τιμή γλυκόζης ορού > 200 mg/dl σε δύο διαδοχικές μετρήσεις διαγιγνώσκεται σακχαρώδης διαβήτης τύπου ΙΙ και δεν χρειάζεται η διενέργεια της καμπύλης.

Αν υπάρχουν παράγοντες κινδύνου η καμπύλη διενεργείται και από το 1ο τρίμηνο της κύησης. Ως έγκυες υψηλού κινδύνου θεωρούνται αυτές που παρουσίασαν διαβήτη σε προηγούμενη κύηση, αυτές με ιστορικό γέννησης μακροσωμικού νεογνού (> 4 Kg), αν υπήρχε προηγούμενος ανεξήγητος ενδομήτριος θάνατος, αν υπάρχει εκσεσημασμένη παχυσαρκία και τέλος, αν υπάρχει γλυκοζουρία.

Με πληροφορίες από τη wikipedia

Μοιραστείτε το: