ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ

Διαβήτης και ψυχολογικοί παράγοντες

Όπως πολύ καλά γνωρίζουν οι πάσχοντες αλλά και τα άτομα που σχετίζονται μαζί τους, ο διαβήτης είναι μια χρόνια πάθηση που εμφανίζεται απότομα και η πορεία του είναι μακρά και απρόβλεπτη.

Η διαχείρισή του δεν είναι εύκολο ζήτημα. Ο διαβήτης μπορεί να προκαλέσει μεγάλες βλάβες στον οργανισμό, αλλά πρόσφατα επιστημονικά στοιχεία δείχνουν ότι οι περισσότερες μακροπρόθεσμες επιπλοκές είναι δυνατόν να καθυστερήσουν ή να προληφθούν όταν υπάρχει καλή ιατρική παρακολούθηση και καλή αυτοδιαχείριση από τη μεριά των ασθενών.

Το να ζει κανείς καλά με το διαβήτη απαιτεί χρόνο, γνώση, και προσπάθεια. Η διατροφή, η άσκηση, η μέτρηση του ζαχάρου στο αίμα και η λήψη ινσουλίνης πρέπει να συντονίζονται και να ρυθμίζονται καθημερινά πολλές φορές πράγμα το οποίο συμβαίνει αυτόματα στον οργανισμό των υπόλοιπων ανθρώπων. Η συνεχής προσπάθεια για τη ρύθμιση του διαβήτη, η οποία δεν έχει πάντα τα προσδοκώμενα αποτελέσματα, δημιουργεί έντονο stress και πυροδοτεί συναισθήματα ματαίωσης, απογοήτευσης, κούρασης ή ακόμα και θυμού, ενοχής και φόβου.

Οι καθημερινές δυσκολίες που προκύπτουν από το διαβήτη και οι ψυχολογικές μεταπτώσεις, συχνά διαταράσσουν την ομαλή διαχείρισή του. Στις μέρες μας, σε αντίθεση με τα παλαιότερα χρόνια, είναι αποδεκτό ότι οι ψυχολογικοί παράγοντες μπορούν να επηρεάσουν την πορεία των ασθενειών. Τα τελευταία 20 χρόνια έχουν αυξηθεί οι έρευνες που αποδεικνύουν τη βαρύτητα των ψυχολογικών, συμπεριφοριστικών και κοινωνικών παραγόντων στο διαβήτη. Οι παράγοντες αυτοί αφορούν στο βαθμό στον οποίο το άτομο αποδέχεται την πάθησή του, στο κατά πόσο προσαρμόζεται στις καθημερινές της απαιτήσεις, και στον τρόπο με τον οποίο διαχειρίζεται την εξέλιξη του διαβήτη και τις όποιες επιπλοκές μπορεί να εμφανιστούν.

Όλοι οι ειδικοί, ιατροί, ψυχολόγοι και κοινωνικοί λειτουργοί, γνωρίζουν ότι οι ασθενείς με διαβήτη, σε κάποια στιγμή κατά τη διάρκεια της ασθένειάς τους, «κουρασμένοι» από την υπερπροσπάθεια δε τηρούν όσα απαιτούνται για τη ρύθμιση του διαβήτη τους. Η ακατάλληλη διατροφή, η άστατη χορήγηση ινσουλίνης, ο ανεπαρκής έλεγχος και καταγραφή των τιμών του ζαχάρου είναι συνήθεις αλλά και πολύ επικίνδυνες συμπεριφορές.

Όλα τα παραπάνω συντελούν στην απορύθμιση του ζαχάρου στο αίμα και στην εμφάνιση επιπλοκών. Πολλοί είναι οι ψυχοκοινωνικοί παράγοντες που συμβάλλουν στο πρόβλημα αυτό: η ανεπαρκής κοινωνική στήριξη και πρόνοια, οι πιέσεις του χρόνου, το στρες της καθημερινής ζωής, τα δύσκολα συναισθήματα που βιώνουν λόγω των δυσκολιών και των προβλημάτων της καθημερινότητας. Ειδικά το στρες και τα δύσκολα-βαριά συναισθήματα  έχουν μεγάλη επίπτωση στο διαβήτη. Συνήθως, προέρχονται από καθημερινές ενοχλήσεις (π.χ. συγκρούσεις με μέλη της οικογένειας, εργασιακή πίεση), από αρνητικά γεγονότα της ζωής (π.χ. θάνατος αγαπημένου προσώπου, οικονομικά προβλήματα, διαζύγιο) ή και από το ίδιο το «βάρος» της αντιμετώπισης του διαβήτη.

Οι συνέπειες είναι είτε άμεσες στην υγεία, μέσω αυξημένων επιπέδων ζαχάρου στο αίμα, είτε έμμεσες μέσω της διατάραξης των προτύπων συμπεριφοράς και των συνηθειών (π.χ. φαγητό, ύπνος). Η ασυνέπεια στην τήρηση των υποχρεώσεων που αφορά τη ρύθμιση του διαβήτη μπορεί επίσης να είναι μία εκδήλωση πιο σοβαρών ψυχολογικών καταστάσεων, όπως κατάθλιψη, αγχώδεις διαταραχές ή διατροφικές διαταραχές. Οι διαταραχές αυτές συμβάλλουν στην απορύθμιση του ζαχάρου στο αίμα μέσω αλλαγών στη λειτουργία των νευροδιαβιβαστών αλλά και μέσω ελλιπούς φροντίδας εαυτού.

Η κατάθλιψη είναι μια από τις πιο συχνές και επικίνδυνες επιπλοκές του διαβήτη. Ο διαβητικός βιώνει μια παρατεταμένη κατάσταση ανασφάλειας, έρχεται αντιμέτωπος με το φόβο του θανάτου, με ερωτήματα που αφορούν την ίδια του την ύπαρξη και χρειάζεται να βρίσκεται σε μια καθημερινή προσπάθεια για να εξασφαλίσει αυτό που είναι αυτονόητο για την πλειοψηφία των συνανθρώπων. Δεν είναι λοιπόν απροσδόκητο το γεγονός ότι το  ποσοστό της κατάθλιψης στους διαβητικούς είναι πολύ υψηλότερο από ό, τι στο γενικό πληθυσμό. Η κατάθλιψη θα εντείνει τα προβλήματα καθώς το άτομο δε θα έχει την ενέργεια ή το κίνητρο να διαχειριστεί σωστά τη ρύθμιση του διαβήτη.

Επίσης, συχνά συνδέεται με ανθυγιεινές αλλαγές στην όρεξη (αυξημένη ή μειωμένη πρόσληψη τροφής) και συμπεριφορές άρνησης όπως για παράδειγμα μειωμένο κίνητρο και μειωμένη φροντίδα εαυτού. Τα παιδιά με διαβήτη συχνά εκδηλώνουν τα ψυχολογικά προβλήματα με διαφορετικούς τρόπους από τους ενήλικες. Τα ψυχοκοινωνικά προβλήματα που σχετίζονται με το διαβήτη στα παιδιά συχνότερα παρατηρούνται στην κακή σχολική επίδοση, στις δυσκολίες των σχέσεων με τους συνομηλίκους, στις αλλαγές στη συμπεριφορά στο σχολείο και στο σπίτι και στις συγκρουσιακές σχέσεις με τους γονείς τους. Οι έφηβοι με διαβήτη, από την άλλη μεριά, επηρεάζονται από ψυχολογικούς παράγοντες που σχετίζονται με την ιδιαίτερη φάση της ανάπτυξής τους. Η εφηβεία είναι μία εποχή επανάστασης και πολύ συχνά η επανάσταση αυτή ξεσπάει και στον ίδιο το διαβήτη μέσω συμπεριφορών άρνησης της τήρησης των υποχρεώσεών τους.

Ωστόσο αυτή η επανάσταση μπορεί να θέσει τους εφήβους σε κίνδυνο απορύθμισης του ζαχάρου ακόμα και μέχρι το σημείο της κετοξέωσης. Η υποστήριξη των ατόμων με διαβήτη ώστε να αντιμετωπίσουν τις συναισθηματικές και ψυχολογικές πτυχές του διαβήτη είναι ιδιαίτερα σημαντική για την επίτευξη της αποτελεσματικής αυτοδιαχείρισής του, την ελαχιστοποίηση των επιπλοκών και τη βελτίωση της ποιότητας της ζωής. Τα άτομα που πάσχουν από διαβήτη είναι σημαντικό όχι μόνο να αντιμετωπίσουν την ασθένεια αλλά και να βρουν τρόπους να χαίρονται την καθημερινότητα τους και να βλέπουν τη ζωή τους με προοπτική χωρίς να χάνονται στον κυκεώνα της ασθένειας τους. Στα πλαίσια αυτά, στη Δυτική Ευρώπη και ιδιαίτερα στις ΗΠΑ λειτουργούν ομάδες υποστήριξης για διαβητικούς όπως και για άλλες κατηγορίες χρόνια πασχόντων. Η ασθένεια μπορεί να είναι ένα κομμάτι της ζωής αλλά όχι να ταυτίζεται με την ίδια την ύπαρξη.

Φίλια Κατσώρη
Ψυχολόγος MSc
Εργαστήριο Συστημικής Εκπαίδευσης & Θεραπείας “Νόημα”

Μοιραστείτε το: